Γιατί δεν ξεκινάω; 3 παράγοντες που χρειάζεται να γνωρίζουμε

Γιατί δεν ξεκινάω; Είναι ένα ερώτημα που ακούγεται συχνά από εφήβους και νέους ενήλικες με ΔΕΠΥ, αλλά και από τους γονείς και εκπαιδευτικούς τους. Η απάντηση δεν βρίσκεται στην «τεμπελιά» ή στην «έλλειψη θέλησης», αλλά σε ένα σύνολο νευροβιολογικών και γνωστικών παραγόντων που επηρεάζουν καθοριστικά την κινητοποίηση. Σε αυτό το άρθρο θα δούμε 3 βασικούς παράγοντες που πρέπει να γνωρίζουμε, σε μια προσπάθεια να κατανοήσουμε τη σχέση ανάμεσα στη ΔΕΠΥ και το κίνητρο.
Η κινητοποίηση είναι μία από τις βασικότερες προκλήσεις για εφήβους και νέους ενήλικες με ΔΕΠΥ. Δεν πρόκειται απλώς για «έλλειψη θέλησης», αλλά για αποτέλεσμα ενός πολυπαραγοντικού μηχανισμού στον οποίο εμπλέκονται νευροβιολογικοί, γνωστικοί και συναισθηματικοί παράγοντες.
Τρία βασικά στοιχεία που επηρεάζουν την κινητοποίηση
1. Η εγκεφαλική ενεργοποίηση
Άτομα με ΔΕΠΥ παρουσιάζουν συχνά υποδιέγερση στην περιοχή του εγκεφάλου που σχετίζεται με την εκτελεστική λειτουργία, την οργάνωση και τον σχεδιασμό. Χωρίς επαρκή ενεργοποίηση – ειδικά σε δραστηριότητες που δεν προσφέρουν άμεση ανταμοιβή ή ενδιαφέρον – το άτομο δυσκολεύεται να ξεκινήσει ή να επιμείνει σε μια εργασία.
📌 Παράδειγμα:
Ένας φοιτητής με ΔΕΠΥ μπορεί να κάθεται για ώρες μπροστά από έναν υπολογιστή προσπαθώντας να ξεκινήσει μια εργασία. Ξέρει τι πρέπει να κάνει, αλλά δεν “παίρνει μπρος”. Αν όμως λάβει ένα ξαφνικό email ότι η εργασία πρέπει να παραδοθεί σε 2 ώρες, ξαφνικά ενεργοποιείται πλήρως και είναι πολύ πιθανόν να τη γράψει ολόκληρη. Αυτό δείχνει πόσο σημαντικό είναι το εσωτερικό επίπεδο διέγερσης.
2. Η επάρκεια ή ανεπάρκεια δεξιοτήτων
Η αντίληψη του ατόμου για το αν «μπορεί» να φέρει εις πέρας μια δραστηριότητα επηρεάζει άμεσα το επίπεδο κινητοποίησης. Όταν λείπουν οι εκτελεστικές ή ακαδημαϊκές δεξιότητες, το άτομο τείνει να αποσύρεται. Αυτό σχετίζεται με το φαινόμενο της «μαθημένης αδυναμίας», που παρατηρείται συχνά σε νεαρά άτομα με μη υποστηρικτικές εμπειρίες.
📌 Παράδειγμα:
Ένας μαθητής καλείται να κάνει μια παρουσίαση στο σχολείο. Δεν ξέρει πώς να οργανώσει το PowerPoint, πώς να μιλήσει μπροστά σε κόσμο, και νιώθει εκτεθειμένος. Δεν ξεκινά ποτέ, όχι επειδή δεν τον νοιάζει, αλλά επειδή δεν νιώθει ικανός. Χωρίς καθοδήγηση και στήριξη, το κίνητρο χάνεται.

3. Οι αποδυναμωτικές πεποιθήσεις και σκέψεις για τον εαυτό
Ο τρόπος που μιλάμε στον εαυτό μας επηρεάζει το πώς βλέπουμε αυτά που έχουμε να κάνουμε.
Σκέψεις όπως «δεν τα καταφέρνω ποτέ» ή «δεν έχει νόημα να προσπαθήσω» μπορούν να ρίξουν το κίνητρο πριν καν ξεκινήσουμε.
Το να αναγνωρίζουμε αυτές τις σκέψεις και να τις αμφισβητούμε, μας βοηθά να λειτουργούμε με περισσότερη στήριξη προς τον εαυτό μας.
📌 Παράδειγμα:
Μια νεαρή ενήλικη με ΔΕΠΥ αποφασίζει να ξεκινήσει να γυμνάζεται. Την πρώτη εβδομάδα χάνει δύο προπονήσεις και αμέσως σκέφτεται: «Πάντα τα παρατάω, δεν έχω πειθαρχία». Αντί να εστιάσει στο ότι έκανε 3 φορές γυμναστική (πρόοδος!), επικεντρώνεται στην “αποτυχία” και σταματά. Η σκέψη αυτή δεν αντικατοπτρίζει την πραγματικότητα, αλλά μειώνει ριζικά το κίνητρο.
Τα τρία αυτά στοιχεία λειτουργούν συστημικά.
Όταν είναι δύσκολο να “μπεις σε δράση”, είναι πιο εύκολο να σε κατακλύσουν σκέψεις όπως “δεν τα καταφέρνω” ή “κάτι δεν πάει καλά με μένα”.
Κι όταν δεν νιώθεις σίγουρος για το πώς να κάνεις κάτι, αυξάνονται οι πιθανότητες να μην το κάνεις – όχι γιατί δεν θέλεις, αλλά γιατί δεν ξέρεις πώς ή από πού να ξεκινήσεις.
Όταν μπορείς να αναγνωρίσεις ποιος παράγοντας σε επηρεάζει περισσότερο – η ενεργοποίηση του εγκεφάλου, οι δεξιότητες ή οι σκέψεις – τότε και οι ενέργειες που κάνεις γίνονται πιο στοχευμένες και αποτελεσματικές.
Η υποστήριξη χρειάζεται να είναι πολυδιάστατη:
- Μέσα από ενημέρωση και κατανόηση των μηχανισμών (π.χ. πώς λειτουργεί ο εγκέφαλος στη ΔΕΠΥ)
- Με μικρά, ρεαλιστικά βήματα για την ενίσχυση των δεξιοτήτων και της δράσης
- Με ενδυνάμωση της αυτοπαρατήρησης και του εσωτερικού διαλόγου
📌 Στο πλαίσιο του coaching, στόχος μας δεν είναι να «διορθώσουμε» τη ΔΕΠΥ, αλλά να στηρίξουμε το άτομο να κατανοήσει πώς λειτουργεί, να χτίσει στρατηγικές που του ταιριάζουν και να (επανα)συνδεθεί με την προσωπική του κινητοποίηση και την καθημερινή του λειτουργικότητα.